- ρεβεγιόν
- το, Ννυχτερινή γιορτή ή διασκέδαση την παραμονή τών Χριστουγέννων και τής Πρωτοχρονιάς. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. reveillon (< ρ. reveiller «ξυπνώ»)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ρεβεγιόν — το (λ. γαλλ.), νυχτερινή γιορτή των καθολικών την παραμονή των Χριστουγέννων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)